Δευτέρα 23 Νοεμβρίου 2020

Οι δύο όψεις

Δημοσιεύθηκε στην ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟ  24/11/2020
Αναρτήθηκε στο Πανεπιστημιακό ΒΗΜΑ (TOVIMA) 26/11/2020 

Με τουιτ του ο Πρωθυπουργός της χώρας σημειώνει «Οι νοσηλεύτριες και ο νοσηλευτής που μετέβησαν στη Θεσσαλονίκη εθελοντικά άφησαν τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους για να βοηθήσουν συνανθρώπους που τους έχουν ανάγκη. Η πράξη τους αυτή είναι βαθιά πατριωτική και θέλω να τους ευχαριστήσω εκ μέρους όλων των Ελλήνων.»

Η μία όψη. Συνάνθρωποι μας προσφέρονται εθελοντικά για να βοηθήσουν τη χώρα στις δύσκολες αυτές ώρες, αψηφώντας τον κίνδυνο για τη ζωή τους και στέλνουν το δικό τους μήνυμα στην κοινωνία. 

Από την άλλη ο κορονοιός αξιοποιείται, σε διάφορους βαθμούς, ως προσωπική ευκαιρία. Ως ευκαιρία  από καθηγητές για να δικαιολογήσουν την απουσία τους από το εργαστήριο και το γραφείο τους από τις αρχές Μαρτίου. Από καθηγητές, που και πριν την πανδημία δεν τους ‘έβλεπε’ το γραφείο τους και το εργαστήριο τους. Ως ευκαιρία  από προέδρους τμημάτων και τους συναδέλφους τους για να

δικαιολογήσουν την ανοχή τους στις συμπεριφορές αυτές. Και φυσικά αυτό λειτουργεί ως παράδειγμα προς μίμηση από άλλους που βλέπουν πως δεν υπάρχουν συνέπειες για μια πρακτική ‘καθόλα νόμιμη’ όπως αποδεικνύεται στην πράξη.

Δώδεκα χρόνια πριν, κατά την διάρκεια εκπαιδευτικής άδειας μου στο Aalto University of Technology στο Ελσίνκι, συνάδελφοι μου εξέφρασαν την απορία τους για το  πως είναι δυνατόν να μπορεί ένας καθηγητής Πανεπιστημίου  στην Ελλάδα να μην είναι συνεπής με το ωράριο του. Τους απάντησα πως αυτό γίνεται γιατί η Διοίκηση το ανέχεται και δεν κάνει τίποτε για να το αποτρέψει. Προς μεγάλη μου έκπληξη είδα μια διαφορετική θεώρηση. “Αυτό δεν είναι θέμα της Διοίκησης αλλά όλων μας” μου απάντησαν, και συνέχισαν “Αν ένας συνάδελφος μας δεν τηρεί το εβδομαδιαίο ωράριο του σε επίπεδο ωρών (και όχι ημερών) δεν θα μπορεί να παραμείνει στο Πανεπιστήμιο, και αυτό όχι γιατί η Διοίκηση θα έπαιρνε κάποια μέτρα αλλά πρώτα και κύρια από την πίεση που θα δεχόταν από όλους εμάς.” Μου φάνηκε περίεργο. Ένα χρόνο μετά, όταν μας ήρθε ο λογαριασμός με την μορφή των μνημονίων, κατάλαβα. 

Δυστυχώς όμως δεν πήραμε τα μαθήματα μας. Σημείωνα, χωρίς αποτέλεσμα, μεταξύ άλλων σε μήνυμα μου προς τους συναδέλφους τον Ιούνιο του 2018 όταν καυτηρίαζα δημόσια τις πρακτικές αυτές σε μια προσπάθεια να αναδείξω το θέμα “Δυστυχώς όμως ακόμη και σήμερα φαίνεται πως η Πανεπιστημιακή κοινότητα, δεν το έχει καταλάβει ή και ίσως δεν της επιτρέπεται να δράσει διαφορετικά.” 

Και την μεγαλύτερη ευθύνη για τις πρακτικές αυτές την έχει το κοινωνικό περιβάλλον που τις ανέχεται. Και η ανοχή αυτή τις κάνει να λειτουργούν και ως πρότυπα προς μίμηση. Γιατί, την κύρια ευθύνη για τις πράξεις βίας στο χώρο του Πανεπιστημίου, διακοπές συνελεύσεων Τμημάτων, συνελεύσεων Συγκλήτου, καταλήψεων, προπηλακισμούς καθηγητών, δεν την είχε ο φοιτητής που πρωτοστατούσε στα γεγονότα (επικεφαλής των ΕΑΑΚ την περίοδο της μεγάλης αναταραχής στα Πανεπιστήμια με αφορμή το νόμο Γιαννάκου, για να αναφέρω ένα παράδειγμα) αλλά η Πανεπιστημιακή κοινότητα που ανεχόταν, στην καλύτερη περίπτωση,  αδιαμαρτύρητα τις πράξεις βίας. Πράξεις βίας που όσο μένουν χωρίς συνέπειες γίνονται πιο βαριές. Όταν η Πρυτανική αρχή, ακόμη και όταν κλήθηκε από 151 καθηγητές με ανοικτή επιστολή τους (εδώ) να καταδικάσει τις πράξεις βίας, δεν το έκανε και ούτε καν κάλεσε τους φοιτητές να σταματήσουν τις καταλήψεις, την κύρια ευθύνη για τις πράξεις αυτές την φέρει η ίδια …  και φυσικά οι άλλοι 650 καθηγητές που δεν συνυπέγραψαν την ανοικτή επιστολή καταδίκης της βίας. Και είναι ακόμη μεγαλύτερη η ευθύνη της Διοίκησης όταν φτάνει στο σημείο να δίνει συστατική επιστολή στον φοιτητή για να συνεχίσει τις σπουδές του και το “έργο” του στο χώρο του Πανεπιστημίου.  Και μην μου πείτε πως αυτό δεν περνάει τα μηνύματα τους στους υπόλοιπους φοιτητές. 

Όχι! Για μένα την κύρια ευθύνη δεν την έχει ο φοιτητής, δεν την έχει ο καθηγητής που δεν πατάει στο γραφείο του. Την κύρια ευθύνη την έχει η Πανεπιστημιακή κοινότητα, την έχει η κοινωνία που όχι μόνο ανέχεται αυτού του είδους τις πρακτικές, αλλά ενίοτε τις επιβραβεύει. Και φυσικά όταν ο φοιτητής αυτός μετά από χρόνια βρέθηκε στην Ελβετία και μετά στην Αμερική, δεν του πέρασε καν από το μυαλό πως μπορεί να εφαρμόσει τις πρακτικές αυτές, όπως δεν θα περνούσε από το μυαλό του καθηγητή πως μπορεί να μην εμφανίζεται για μήνες στο γραφείο του. Και αυτό γιατί απλά συμπεριφορές αυτού του είδους δεν είναι ανεκτές, πρώτα και κύρια από την κοινωνία


1 σχόλιο:

  1. Το παραθέτω όπως το έλαβα στο εμαιλ μου. Καταγράφει την εμπειρία από τις κάτω χώρες
    "Καλημέρα,

    Συμφωνώ απόλυτα! Όπως και με το «ρητό» στην προμετωπίδα του ιστολογίου σας.

    Απόλυτα σωστή η επισήμανση αλλά θα ήθελα να συμπληρώσω πως αυτό συμβαίνει και γενικά σε όλες τις υπηρεσίες: δημόσιες κρατικές υπηρεσίες, δημοτικές, νοσοκομεία κλπ!

    Δεν υπάρχει περίπτωση να βγει κάποιος έξω από τον χώρο εργασίας του για 5 λεπτά χωρίς να υπάρχει λόγος, αναφορά ή ειδική άδεια.

    Αυτό το φαινόμενο του «χαβαλέ» στον χώρο εργασίας, - τα πηγαδάκια και το ατέλειωτο ιδιωτικό κουτσομπολιό, τα πλαστικά ποτήρια καφέ και τα σακουλάκια με τις τυρόπιτες και άλλα κλασικά εδέσματα που στοιβάζονται σε κάθε γωνιά, τραπέζι και καλαθάκι σε γραφεία και γκισέ εξυπηρέτησης, της άσκοπης και κενής παρουσίας ή απουσίας, της πρόωρης αναχώρησης από τον χώρο εργασίας, της καθυστερημένης προσέλευσης, τα «στραβά μάτια», τηλέφωνα που δεν απαντούνται κλπ,- γενικά το καθεστώς μιας αυτοκαταστροφικής αναρχομηδενιστικής απραξίας μη ελεγχόμενης από κανέναν αρμόδιο και κανέναν κανονισμό, συνεχίζει να καλλιεργείται και να συντηρείται όπως αποδεικνύεται το ίδιο μεθοδικά και ακούραστα.

    Υπάρχει ένα σοβαρό διαχρονικό πρόβλημα που ξεκινάει από την πεποίθηση του καθενός στην Ελλάδα πως αυτός/αυτή κατά κάποιο μυστήριο και ανεξιχνίαστο τρόπο αποτελεί «εξαίρεση».

    Κι επιπλέον εκτός από τους κανονισμούς και τους αρμοδίους, υπάρχει ο «έλεγχος» και η «ηθική πίεση» που ασκείται από την ομάδα των συναδέλφων, συνεργατών αλλά και τον ίδιο τον εργαζόμενο. Πρόκειται για φαινόμενο που έχει να κάνει με το γεγονός πως εδώ δεν περιμένει κανείς «να διοριστεί» γιατί κάτι τέτοιο δεν υπάρχει. Επίσης υπάρχει αυτό που λέμε «εργασιακό ήθος». Κι αυτό επίσης καλλιεργείται οπότε είναι ζήτημα επιλογής και προτεραιοτήτων πού θέλει η κοινωνία να επενδύσει.

    Επίσης κάτι άλλο που με κρατά «αιχμάλωτη» εδώ και πολλά χρόνια είναι η διαπίστωση πως στην Ελλάδα κυριαρχεί ένα επίσης παράξενο, μυστηριώδες και στην ουσία αυτοκαταστροφικό θα έλεγε κανείς «μίσος» προς τον δημόσιο χώρο, την δημόσια περιουσία και ιδιαίτερα προς τα εκπαιδευτικά ιδρύματα. ‘Οσες φορές το συζητούσα στην διάρκεια των επισκέψεών μου στα πάτρια, εκτός εξαιρέσεων, οι περισσότεροι αντιδρούσαν με κάποια έκπληξη ή ακόμα και με απαξίωση να ασχοληθούν. Το θεωρούσαν «λεπτομέρεια»..!

    Καλή σας μέρα,

    Αλεξάνδρα, 30 χρόνια Κάτω Χώρες"
    ΥΓ
    Είναι καθαρά σχόλιο αυτοκριτικής και μάλιστα πολιτιστικού χαρακτήρα.

    Και θα ήταν μια πολύ θετική εξέλιξη να συνειδητοποιήσουμε στην Ελλάδα πως αυτοκριτική δεν σημαίνει μονόπλευρα «τιμωρία» και «απαξίωση». Σημαίνει βήμα προς τα εμπρός.

    Έτσι θα μπορέσουμε να γεφυρώσουμε τα χάσματα και να έχουμε την παρρησία να δούμε τα καλά και τα κακά του εαυτού μας, του κόμματος ή της ιδεολογίας μας και εκείνα του αντιπάλου.

    Έτσι που αυτά τα χάσματα να μην μένουν αιώνια αγεφύρωτα και εμείς σαν χώρα διαρκώς στον πάτο. Και να μπορέσουμε επιτέλους να μάθουμε να συζητάμε «ήσυχα κι απλά» όπως μας λέει κι ο Ρίτσος. Ας το επιχειρήσουμε επιτέλους!



    « Κι αύριο λέω θα γίνουμε
    ακόμα πιο απλοί.
    Θα βρούμε αυτά τα λόγια
    που παίρνουνε το ίδιο βάρος
    σ’ όλες τις καρδιές,
    σ’ όλα τα χείλη,
    έτσι να λέμε πια
    τα σύκα σύκα
    και τη σκάφη σκάφη»

    ΑπάντησηΔιαγραφή