Επιστολή προς το «Βήμα» 21 Φεβρουαρίου 2006 Πηγή
Επανειλημμένα έχει τεθεί ως υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα για την σημερινή κατάσταση του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα η μειωμένη χρηματοδότηση. Όσοι χρησιμοποιούν το επιχείρημα αυτό προσπαθούν να δημιουργήσουν την εντύπωση πως μια αύξηση της χρηματοδότησης από το 3,5% του ΑΕΠ που είναι σήμερα στο 5% θα οδηγήσει ως δια μαγείας στην αναβάθμιση του επιπέδου των παρεχομένων υπηρεσιών από το εκπαιδευτικό σύστημα. Έτσι η αύξηση της χρηματοδότησης εκλαμβάνεται ως πανάκεια που θα οδηγήσει ως δια μαγείας στην επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν το εκπαιδευτικό σύστημα.
Δυστυχώς η κατάσταση είναι διαφορετική όπως τουλάχιστό προκύπτει από τα
προσωπικά βιώματα μου ως εκπαιδευτικού που ζω από μέσα για 25 χρόνια το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο αλλά και ως γονιού που ζω καθημερινά για 15 και πλέον χρόνια την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η εμπειρία μου αυτή με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα στην Ελληνική Δημόσια εκπαίδευση αποτελεί η μη αποτελεσματική αξιοποίηση τωνδιαθέσιμων πόρων. Και το σημαντικότερο είναι πως δεν υπάρχουν ή δεν ενεργοποιούνται οι μηχανισμοί εκείνοι που αφενός μεν θα οδηγήσουν σε μια αύξηση της αποτελεσματικότητας των διαθέσιμων πόρων αλλά και θα δημιουργήσουν την απαραίτητη εκείνη προϋπόθεση που θα επιτρέψει σε όλους εμάς με πολύ καλύτερα επιχειρήματα να διεκδικήσουμε στη συνέχεια την όποια αύξηση της χρηματοδότησης. Γιατί απλά σαν γονιός ικανοποιώ με μεγάλη ευχαρίστηση την αίτηση για αυξημένη χρηματοδότηση από το παιδί μου όταν βλέπω πως αυτό χρησιμοποιεί αποτελεσματικά και με σύνεση τα όσα ήδη του παρέχω.
Τα περιστατικά που αναδεικνύουν καθημερινά ως κυρίαρχο πρόβλημα στο χώρο της εκπαίδευσης όχι αυτό της ελλιπούς χρηματοδότησης αλλά της μη αποτελεσματικής οργάνωσης, δόμησης και διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων και τελικά της μη αποτελεσματικής αξιοποίησης τους είναι πολλά. Θα αναφέρω ενδεικτικά δύο.
Το πρώτο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα προς την κατεύθυνση της διαχείρισης και οργάνωσης των διαθέσιμων πόρων. Είναι πολύ πρόσφατο και δίνει ανάγλυφα την κατάσταση του Ελληνικού Πανεπιστημίου. Μέλος ΔΕΠ, ως μέλος μιας επιτροπής για τη διαχείριση του Επικουρικού Εκπαιδευτικού έργου ενός τμήματος του πανεπιστημίου πρότεινε την καταγραφή των εργαστηριακών δραστηριοτήτων του τμήματος του καθώς τα εργαστήρια είναι ή θα έπρεπε να είναι μια πολύ βασική συνιστώσα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δημιουργήθηκε μάλιστα προς την κατεύθυνση αυτή ένα σχετικό σχέδιο. Η επιτροπή και το Τμήμα θεώρησε την ενέργεια αυτή ως προσπάθεια Αξιολόγησης και απέρριψε ομόφωνα την πρόταση. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εν λόγω τμήμα τρέχει εδώ και δυο χρόνια ένα από τα πολλά προγράμματα ΕΠΕΑΕΚ που εκτελούνται στα Ελληνικά Πανεπιστήμια για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού τους έργου. Και βέβαια θα αναρωτηθείτε όπως κάνω και εγώ «μα πως είναι δυνατόν να αναβαθμίζετε εδώ και δύο χρόνια κάτι το οποίο δεν έχετε στοιχειωδώς καταγράψει;»
Το δεύτερο είναι από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και έχει να κάνει με τον όρο «Σχολικός Σύμβουλος». Έχω συναντήσει πολλούς που μου έχουν συστηθεί «επάγγελμα Σχολικός σύμβουλος». Για 12 χρόνια τώρα ως γονιός δεν έχω συναντήσει κανέναν Σύμβουλο σε ώρα εργασίας. Και αναρωτιέμαι. Αυτοί οι «Σύμβουλοι», δεν συζητούν με τους γονείς, δεν συζητούν με τους μαθητές, δεν ξέρω αν συζητούν με τους καθηγητές, ποιους συμβουλεύουν και πως το κάνουν αυτό τη στιγμή που δεν έχουν καμία ανάδραση από την λειτουργία του σχολείου;
Η ερώτηση μου έχει ως εξής:
Αναγνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς των δύο μεγάλων κομμάτων (γιατί μόνο με κοινή συναίνεση μπορεί να λυθεί το πρόβλημα) πως το κυρίαρχο πρόβλημα είναι κατ’ αρχήν αυτό της αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων και στην συνέχεια και μόνο αφού αποκατασταθούν οι υγιείς εκείνοι μηχανισμοί που θα διασφαλίσουν την αποτελεσματική αξιοποίηση τους, η αύξηση της κάθε είδους χρηματοδότησης;
Γνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς, γνωρίζει η Πολιτεία, την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Έχει την πληροφόρηση που χρειάζεται για να εντοπίσει και αναδείξει τις αιτίες που οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση και να προτείνει μηχανισμούς και στρατηγικές που θα ανατρέψουν την πτωτική πορεία του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος;
Όσα ανέφερα παραπάνω αποτυπώνουν στοιχειωδώς τα βιώματα μου ως μέλους ΔΕΠ σε ένα από τα θεωρούμενα καλύτερα Πανεπιστημιακά Ελληνικά Τμήματα και ταυτόχρονα ως πατέρα δυο παιδιών που φοιτούν σήμερα στο Λύκειο και μάλιστα σε ένα σχολείο που θεωρείται από τα καλύτερα της Πάτρας. Μέσα από αυτές τις ιδιότητες μου έχω αν θέλετε την ατυχία να ζω το «Μεγαλείο της κατάντιας» του Ελληνικού Εκπαιδευτικού συστήματος καθημερινά και σε όλες του τις βαθμίδες, έχω την ατυχία να το βλέπω αμήχανος να «σκοτώνει» πνευματικά τα παιδιά μας. Είμαι ένας από τους χιλιάδες Έλληνες γονιούς που δεν αντέχουν άλλο την σημερινή κατάσταση, που πιστεύουν ότι σίγουρα ένα καλύτερο σύστημα αρμόζει στα παιδιά μας. Ίσως όμως να είμαι ένας από τους πολύ λίγους «ρομαντικούς» που αγωνίζονται ακόμη και πιστεύουν ότι αν προσπαθήσουμε μπορούμε να το διορθώσουμε, και πρέπει να το κάνουμε γιατί είναι θέμα επιβίωσης, είναι το στοίχημα που πρέπει να βάλουμε σαν κοινωνία.
Κλεάνθης Θραμπουλίδης
Αν. Καθηγητής
Πανεπιστήμιο Πατρών
Επανειλημμένα έχει τεθεί ως υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα για την σημερινή κατάσταση του εκπαιδευτικού συστήματος στην Ελλάδα η μειωμένη χρηματοδότηση. Όσοι χρησιμοποιούν το επιχείρημα αυτό προσπαθούν να δημιουργήσουν την εντύπωση πως μια αύξηση της χρηματοδότησης από το 3,5% του ΑΕΠ που είναι σήμερα στο 5% θα οδηγήσει ως δια μαγείας στην αναβάθμιση του επιπέδου των παρεχομένων υπηρεσιών από το εκπαιδευτικό σύστημα. Έτσι η αύξηση της χρηματοδότησης εκλαμβάνεται ως πανάκεια που θα οδηγήσει ως δια μαγείας στην επίλυση των προβλημάτων που ταλανίζουν το εκπαιδευτικό σύστημα.
Δυστυχώς η κατάσταση είναι διαφορετική όπως τουλάχιστό προκύπτει από τα
προσωπικά βιώματα μου ως εκπαιδευτικού που ζω από μέσα για 25 χρόνια το Ελληνικό Δημόσιο Πανεπιστήμιο αλλά και ως γονιού που ζω καθημερινά για 15 και πλέον χρόνια την πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Η εμπειρία μου αυτή με οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το υπ’ αριθμόν ένα πρόβλημα στην Ελληνική Δημόσια εκπαίδευση αποτελεί η μη αποτελεσματική αξιοποίηση τωνδιαθέσιμων πόρων. Και το σημαντικότερο είναι πως δεν υπάρχουν ή δεν ενεργοποιούνται οι μηχανισμοί εκείνοι που αφενός μεν θα οδηγήσουν σε μια αύξηση της αποτελεσματικότητας των διαθέσιμων πόρων αλλά και θα δημιουργήσουν την απαραίτητη εκείνη προϋπόθεση που θα επιτρέψει σε όλους εμάς με πολύ καλύτερα επιχειρήματα να διεκδικήσουμε στη συνέχεια την όποια αύξηση της χρηματοδότησης. Γιατί απλά σαν γονιός ικανοποιώ με μεγάλη ευχαρίστηση την αίτηση για αυξημένη χρηματοδότηση από το παιδί μου όταν βλέπω πως αυτό χρησιμοποιεί αποτελεσματικά και με σύνεση τα όσα ήδη του παρέχω.
Τα περιστατικά που αναδεικνύουν καθημερινά ως κυρίαρχο πρόβλημα στο χώρο της εκπαίδευσης όχι αυτό της ελλιπούς χρηματοδότησης αλλά της μη αποτελεσματικής οργάνωσης, δόμησης και διαχείρισης των διαθέσιμων πόρων και τελικά της μη αποτελεσματικής αξιοποίησης τους είναι πολλά. Θα αναφέρω ενδεικτικά δύο.
Το πρώτο είναι χαρακτηριστικό παράδειγμα προς την κατεύθυνση της διαχείρισης και οργάνωσης των διαθέσιμων πόρων. Είναι πολύ πρόσφατο και δίνει ανάγλυφα την κατάσταση του Ελληνικού Πανεπιστημίου. Μέλος ΔΕΠ, ως μέλος μιας επιτροπής για τη διαχείριση του Επικουρικού Εκπαιδευτικού έργου ενός τμήματος του πανεπιστημίου πρότεινε την καταγραφή των εργαστηριακών δραστηριοτήτων του τμήματος του καθώς τα εργαστήρια είναι ή θα έπρεπε να είναι μια πολύ βασική συνιστώσα της εκπαιδευτικής διαδικασίας. Δημιουργήθηκε μάλιστα προς την κατεύθυνση αυτή ένα σχετικό σχέδιο. Η επιτροπή και το Τμήμα θεώρησε την ενέργεια αυτή ως προσπάθεια Αξιολόγησης και απέρριψε ομόφωνα την πρόταση. Αξίζει να σημειωθεί ότι στο εν λόγω τμήμα τρέχει εδώ και δυο χρόνια ένα από τα πολλά προγράμματα ΕΠΕΑΕΚ που εκτελούνται στα Ελληνικά Πανεπιστήμια για την αναβάθμιση του εκπαιδευτικού τους έργου. Και βέβαια θα αναρωτηθείτε όπως κάνω και εγώ «μα πως είναι δυνατόν να αναβαθμίζετε εδώ και δύο χρόνια κάτι το οποίο δεν έχετε στοιχειωδώς καταγράψει;»
Το δεύτερο είναι από την δευτεροβάθμια εκπαίδευση και έχει να κάνει με τον όρο «Σχολικός Σύμβουλος». Έχω συναντήσει πολλούς που μου έχουν συστηθεί «επάγγελμα Σχολικός σύμβουλος». Για 12 χρόνια τώρα ως γονιός δεν έχω συναντήσει κανέναν Σύμβουλο σε ώρα εργασίας. Και αναρωτιέμαι. Αυτοί οι «Σύμβουλοι», δεν συζητούν με τους γονείς, δεν συζητούν με τους μαθητές, δεν ξέρω αν συζητούν με τους καθηγητές, ποιους συμβουλεύουν και πως το κάνουν αυτό τη στιγμή που δεν έχουν καμία ανάδραση από την λειτουργία του σχολείου;
Η ερώτηση μου έχει ως εξής:
Αναγνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς των δύο μεγάλων κομμάτων (γιατί μόνο με κοινή συναίνεση μπορεί να λυθεί το πρόβλημα) πως το κυρίαρχο πρόβλημα είναι κατ’ αρχήν αυτό της αποτελεσματικής αξιοποίησης των διαθέσιμων πόρων και στην συνέχεια και μόνο αφού αποκατασταθούν οι υγιείς εκείνοι μηχανισμοί που θα διασφαλίσουν την αποτελεσματική αξιοποίηση τους, η αύξηση της κάθε είδους χρηματοδότησης;
Γνωρίζουν οι αρμόδιοι φορείς, γνωρίζει η Πολιτεία, την πραγματική κατάσταση που επικρατεί στην δευτεροβάθμια και Τριτοβάθμια εκπαίδευση;
Έχει την πληροφόρηση που χρειάζεται για να εντοπίσει και αναδείξει τις αιτίες που οδήγησαν στην σημερινή κατάσταση και να προτείνει μηχανισμούς και στρατηγικές που θα ανατρέψουν την πτωτική πορεία του Ελληνικού εκπαιδευτικού συστήματος;
Όσα ανέφερα παραπάνω αποτυπώνουν στοιχειωδώς τα βιώματα μου ως μέλους ΔΕΠ σε ένα από τα θεωρούμενα καλύτερα Πανεπιστημιακά Ελληνικά Τμήματα και ταυτόχρονα ως πατέρα δυο παιδιών που φοιτούν σήμερα στο Λύκειο και μάλιστα σε ένα σχολείο που θεωρείται από τα καλύτερα της Πάτρας. Μέσα από αυτές τις ιδιότητες μου έχω αν θέλετε την ατυχία να ζω το «Μεγαλείο της κατάντιας» του Ελληνικού Εκπαιδευτικού συστήματος καθημερινά και σε όλες του τις βαθμίδες, έχω την ατυχία να το βλέπω αμήχανος να «σκοτώνει» πνευματικά τα παιδιά μας. Είμαι ένας από τους χιλιάδες Έλληνες γονιούς που δεν αντέχουν άλλο την σημερινή κατάσταση, που πιστεύουν ότι σίγουρα ένα καλύτερο σύστημα αρμόζει στα παιδιά μας. Ίσως όμως να είμαι ένας από τους πολύ λίγους «ρομαντικούς» που αγωνίζονται ακόμη και πιστεύουν ότι αν προσπαθήσουμε μπορούμε να το διορθώσουμε, και πρέπει να το κάνουμε γιατί είναι θέμα επιβίωσης, είναι το στοίχημα που πρέπει να βάλουμε σαν κοινωνία.
Κλεάνθης Θραμπουλίδης
Αν. Καθηγητής
Πανεπιστήμιο Πατρών
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου